Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(ξύλινα τεύχη

  • 1 τευχος

         τεῦχος
        - εος τό
        1) pl. оружие, вооружение, доспехи Hom., Soph.
        2) pl. корабельные снасти Hom.
        3) бассейн, лохань Aesch.
        4) погребальная урна Aesch., Soph.
        5) избирательная урна Aesch.
        6) сосуд для возлияний Aesch., Eur.
        7) сосуд для воды, кувшин Eur.
        8) горшок Xen.
        9) ящик, ларец
        10) пчелиный улей Arst.
        11) вместилище
        

    τ. νεοσσῶν λευκόν Eur. — белое вместилище птенцов, т.е. яйцо

        12) анат. полость
        

    (τ. μέγα Arst.)

        13) список, книга Anth.

    Древнегреческо-русский словарь > τευχος

См. также в других словарях:

  • ζυγίς — η (Α ζυγίς, ίδος) [ζυγόν] νεοελλ. 1. είδος τού φυτού θύμος 2. ναυτ. στον πληθ. ζυγίδες ξύλινα τεύχη (τραβέρσες) που τοποθετούνται εγκάρσια στα σκέλη τού θωρακίου τόσο στην πρώρα όσο και στην πρύμνη τού ιστού, για να υποστηρίζουν το θωράκιο αρχ.… …   Dictionary of Greek

  • κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»